Ένα ναυάγιο με ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία της πολιορκίας του Χάνδακα αλλά και της ναυπηγικής του 17ου αιώνα, ήταν το ναυάγιο του γαλλικού πλοίου «La Thérèse» που σαν σήμερα βυθιζόταν ανοιχτά στον κόλπο του Δερματά, στο Ηράκλειο, μετά από έκρηξη στην πυριτιδαποθήκη του.
Το πλοίo «La Thérèse» κατασκευάστηκε στην Τουλώνη (1662-1665) και ήταν ένα από τα καλύτερα σκάφη του στόλου του Λουδοβίκου ΙΔ’, του επονομαζόμενου και βασιλιά Ήλιου. Είχε μήκος 51 μέτρα, πλάτος 10,5 μέτρα και βύθισμα 4,85 μέτρα ενώ το εκτόπισμα του ήταν 900 τόνοι. Έφερε δεν 58 κανόνια και το πλήρωμα του έφθανε τα 300 άτομα.
Λεπτομέρεια της ανατίναξης του γαλλικού πλοίου «La Therese» από τα αρχεία της Σιμάνκας, στην Iσπανία
Έφτασε στην Κρήτη στις 19 Ιουνίου 1669 κατά την αποστολή της τελευταίας και πιο σημαντικής γαλλικής βοήθειας στον πολιορκούμενο από τους Οθωμανούς Χάνδακα. Ας σημειωθεί ότι η γαλλική δύναμη αριθμούσε 41 σκάφη από τα οποία τα 17 μεταφορικά και τα υπόλοιπα ιστιοφόρα πολεμικά και γαλέρες, ενώ το ανθρώπινο δυναμικό έφτανε τους 15.000 άνδρες (πληρώματα) και 8.000 στρατιώτες.
Εκείνη τη μέρα που βυθιζόταν, στις 24 Ιουλίου 1669, θα γινόταν η οργανωμένη αντεπίθεση από ξηρά και θάλασσα των ενωμένων χριστιανικών δυνάμεων. Δυστυχώς το περιστατικό αυτό έκανε τους πολιορκημένους να χάσουν το κουράγιο τους και να μην επιχειρήσουν, όπως σχεδίαζαν την έξοδό τους από τα τείχη. Έτσι αναγκάστηκαν να ξεκινήσουν τις διαδικασίες συνθηκολόγησης με τον εχθρό και να παραδώσουν το Χάνδακα στον Φαζίλ Αχμέτ Κιοπρουλή. Η βύθισή του, από τυχαία μάλλον έκρηξη στην πυριτιδαποθήκη του, είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση των γαλλικών δυνάμεων, τη συνθηκολόγηση και την παράδοση του «Μεγάλου Κάστρου» στους Τούρκους.
Σύμφωνα με αρχειακές πηγές, αμέσως μετά Γάλλοι και Ενετοί εξέτασαν τη δυνατότητα ανέλκυσης και περισυλλογής αντικειμένων, ιδίως των κανονιών του. Η επιχείρηση, ωστόσο, ήταν δύσκολη καθώς το ναυάγιο ήταν κοντά στην ακτή και οι Οθωμανοί κανονιοβολούσαν κάθε σκάφος που πλησίαζε. Αργότερα οι Τούρκοι ανέλκυσαν αρκετά κανόνια και τα μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη.
Στο τέλος του 1975 φτάνει στην Ελλάδα, προσκεκλημένος του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού και του υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών, ο πλοίαρχος Cousteau με το θρυλικό σκάφος Καλυψώ, όπου θα παραμείνει για έναν περίπου χρόνο. Υπό την εποπτεία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας οργώνει το Αιγαίο, ερευνώντας ναυάγια και βυθισμένες θέσεις.
Η Κρήτη δεν θα μπορούσε να μην είναι αντικείμενο των υποβρύχιων αναζητήσεων. Ερευνώνται θέσεις σε όλη την περίμετρό της, με έμφαση στην νησίδα Ντία.
Στους νότιους όρμους της σημαντικής για την ιστιοφόρο ναυσιπλοΐα νησίδας εντοπίζονται και περισυλλέγονται μεμονωμένα αντικείμενα και ανελκύονται τα ορατά στην επιφάνεια του βυθού φορτία τεσσάρων αρχαίων ναυαγίων: ενός Ρωμαϊκών (1ος-2ος αι. μ.Χ.), ενός Βυζαντινών (8ος-9ος αι.), ενός Ενετικών (16ος-17ος αι.) και ενός Οθωμανικών (17ος-18ος αι.) χρόνων. Οι αμφορείς από τα φορτία αυτά εκτίθενται στο φρούριο του Κούλε .
Εκείνη την περίοδο, στον όρμο του Δερματά, στα βόρεια του Ηρακλείου, υποδείχτηκε από τον ντόπιο δύτη Μανώλη Βουτσαλά (Μπλο μπλο) και εντοπίστηκε σε βάθος 10 μ. το ναυάγιο της θρυλικής υποναυαρχίδας La Therese του Γαλλικού στόλου του Λουδοβίκου ΙΔʹ, η βύθιση της οποίας σήμανε το τέλος της πολιορκίας του Χάνδακα και την ολοκληρωτική πτώση της Κρήτης στους Οθωμανούς.
Στο φιλμ που ακολουθεί καταγράφονται οι έρευνες του Κουστώ στον κόλπο του Ηρακλείου. Τότε, έγραφαν, έψαχνε και τη χαμένη Ατλαντίδα!
Λόγω των μακάβριων ευρημάτων του ονομάστηκε αρχικά «ναυάγιο των κρανίων». H έρευνα συνεχίστηκε από το 1987 μέχρι και το 1994, από τους M. Aναγνωστοπούλου και N. Λιανό, ύστερα από σχετική απόφαση του Kεντρικού Aρχαιολογικού Συμβουλίου. Σκοπός της έρευνας, πριν από οποιαδήποτε άλλη εργασία, ήταν η γενική εκτίμηση της υπάρχουσας κατάστασης του ναυαγίου και καθορισμός των ορίων της περιοχής έρευνας, προκειμένου να συνταχθούν τα τοπογραφικά διαγράμματα της ευρύτερης περιοχής, και επιμέρους αποτυπώσεις καθώς και τα φοτoμωσαϊκά συγκεκριμένων τμημάτων του σκάφους. Στον κύριο χώρο του ναυαγίου, η έρευνα άρχισε από το πρυμναίο τμήμα του σκάφους. Συγκεκριμένα, καθαρίστηκαν και αποτυπώθηκαν οι νομείς του αριστερού δευτερόπρυμνου τμήματος σε κλίμακα 1:10, ενώ πραγματοποιήθηκε και το γενικό τοπογραφικό όλου του χώρου του ναυαγίου σε κλίμακα 1:100. Σύμφωνα με αυτό, τα ξύλινα τμήματα του πρυμναίου τμήματος καταλήγουν κάτω ακριβώς από τον άμορφο όγκο που σχηματίζουν οι μπάλες των κανονιών. Tο σημείο αυτό ταυτίστηκε με την αποθήκη των πυρομαχικών του σκάφους, αφού οι μπάλες των κανονιών πρέπει, λόγω του βάρους τους, να μετακινήθηκαν ελάχιστα. H θέση αυτή επιβεβαιώνεται, αν λάβουμε υπόψη ότι σε όλα τα πλοία της εποχής οι αποθήκες του εξοπλισμού και η πυριτιδαποθήκη βρίσκονταν συνήθως στα πρυμναία τμήματα. Σε απόσταση 500 μ. από το σωρό με τις μπάλες, εντοπίστηκε το πρώτο εγκάρσιο ξύλινο δοκάρι του σκάφους. Είναι αρκετά ευθύγραμμο στο κέντρο του σκάφους και αρχίζει να καμπυλώνει προς τα άκρα ορίζοντας την κλίση του πετσώματος. H διατομή του είναι ορθογώνιου σχήματος διαστάσεων 0,20×0,30 μ. και το πλάτος του 8,00 μ.
Σε απόσταση 2,00 μ. βρίσκεται το δεύτερο εγκάρσιο δοκάρι, που παρουσιάζει τα ίδια στοιχεία με το προηγούμενο, με τη διαφορά ότι η καμπυλότητά του είναι πιο έντονη. Στον παραπάνω χώρο (δηλαδή, από το σωρό με τις μπάλες των κανονιών έως το δεύτερο δοκάρι), εμφανίστηκαν, ύστερα από τον καθαρισμό, τα εσωτερικά πετσώματα του σκάφους που διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση.
Ανελκύστηκε μεγάλος αριθμός αντικειμένων μεταξύ των οποίων πολεμικό υλικό, όπως κανόνια με τα εμβλήματα των Γάλλων βασιλέων και μπάλες κανονιών, είδη καθημερινής χρήσης του πληρώματος πολλά εξαρτήματα και κομμάτια από το πλοίο και ανθρωπολογικό υλικό.
Ένα τέλεια διατηρημένο δερμάτινο παπούτσι από το προσωπικό του πλοίου, τμήμα ξύλινης χτένας, σκεύη που φέρουν το οικόσημο Duc de Navaille, αρχηγού των δυνάμεων ξηράς, καθώς και ένας ξύλινος διπλός μακαράς από το πλοίο, είναι μερικά από τα πολύτιμα αντικείμενα που παρουσιάστηκαν το 2016 σε έκθεση που διοργανώθηκε στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων και την Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών.
ΠΗΓΕΣ:
ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Μεγάλα Ναυάγια (Ιανουάριος 2000)
Θεοτόκης Θεοδούλου, «Σύνοψη της ενάλιας και παράκτιας αρχαιολογικής έρευνας στην Κρήτη μέχρι το 2014».
Πηγή για το κείμενο: cretantimes.com